- μετακεχειρισμένας
- μετακεχειρισμένᾱς , μεταχειρίζωtake in handperf part mp fem acc plμετακεχειρισμένᾱς , μεταχειρίζωtake in handperf part mp fem gen sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.